Το 1983, το British Association for Science Education έδωσε τη δική του πρόταση για τη διδασκαλία της Φυσικής: “Science in the Social Context”. Το αναλυτικό αυτό πρόγραμμα, αποτέλεσε τον πρόδρομο των μετέπειτα διαδεδομένων, σε πολλά σχολεία και πανεπιστήμια, προγραμμάτων 'Επιστήμης, Τεχνολογίας και Κοινωνίας' (Science, Technology and Society - STS), τα οποία υλοποιούν προτάσεις για τη Συμβολή της Ιστορίας και της Φιλοσοφίας των Φυσικών Επιστημών στη Διδασκαλία των Φυσικών Επιστημών εκφράζοντας ταυτόχρονα την τάση που αναδεικνύει την 'Επιστήμη ως Κουλτούρα' (Science as Culture) και επαναπροσδιορίζει τους στόχους μιας εκπαίδευσης στις Φυσικές Επιστήμες που απευθύνεται σε όλους τους πολίτες (Science for Αll).
Η διάδοση των Προγραμμάτων (Science, Technology and Society - STS), είναι αποτέλεσμα της επίδρασης των απόψεων της Κοινωνιολογίας της Επιστημονικής Γνώσης στο χώρο της Εκπαίδευσης. Η Ιστορία της Επιστήμης που αναδεικνύεται από αυτά τα προγράμματα είναι μια κοινωνική ιστορία της επιστήμης.
Θα κάνουμε μια σύντομη αναφορά για το τι εννοούμε με την διατύπωση: «Η Επιστήμη ως Κουλτούρα» η οποία συνδυάζει την ιστορική προσέγγιση με την προσέγγιση του κοινωνικο-πολιτισμικού πλαισίου. Η θεώρηση αυτή στηρίζεται στις εξής θέσεις:
1. η επιστήμη συγκροτείται σε συγκεκριμένα ιστορικά, κοινωνικά και πολιτισμικά πλαίσια (science in context)
2. η επιστήμη συγκροτείται ιστορικά ως πολιτισμικός χώρος με συγκεκριμένες πρακτικές (εργαστήρια, συνέδρια), γλωσσικές παραδόσεις (γλώσσα της φυσικής), εγκαθιδρύοντας συγκεκριμένες ταυτότητες (ο φυσικός επιστήμονας, ο δάσκαλος της φυσικής) και κοινότητες (επιστημονικές ενώσεις και αντίστοιχα περιοδικά)
3. η διδασκαλία των φυσικών επιστημών είναι μια διαδικασία επιπολιτισμού (enculturation) κατά την οποία ο εκπαιδευόμενος καλείται να διασχίσει τα πολιτισμικά όρια (cultural borders) μεταξύ της καθημερινής του εμπειρίας και της σχολικής επιστήμης.
Βασικό αναλυτικό εργαλείο για τη συγκεκριμένη προσέγγιση αποτελεί η έννοια της κουλτούρας – culture.
Η θεώρηση της σχολικής επιστήμης και της διδασκαλίας της ως κουλτούρας βασίζεται:
• Στη φύση της διδασκαλίας των φυσικών επιστημών ως κοινωνικού θεσμού και στη σχέση της με άλλους θεσμούς που δρούν ως Ιδεολογικοί Μηχανισμοί
• Στις ιδιαίτερες πρακτικές, πεποιθήσεις και αξίες που συνιστούν το πολιτισμικό πλαίσιο της διδασκαλίας των φυσικών επιστημών και στην ιστορική μεταβολή αυτού του πολιτισμικού πλαισίου σε σχέση με τις γενικότερες κοινωνικές αναδιαρθρώσεις.
• Στις γενικότερες επιπτώσεις που έχει η εξειδικευμένη γλώσσα της διδασκαλίας των φυσικών επιστημών και οι μορφές γραφής της και του πλαισίου διαλόγου της τόσο απέναντι στους μαθητές όσο και απέναντι σε άλλες επιστημονικές κοινότητες.
• Στο πως η διδασκαλία των φυσικών επιστημών, με τις μεθόδους της και τα αντικείμενα μελέτης της έχει διαμορφωθεί ιστορικά από την υπερεκπροσώπηση στις τάξεις της συγκεκριμένων κοινωνικών κατηγοριών.
• Στα αναφαινόμενα ζητήματα συμβατότητας με ένα διαρκώς διευρυνόμενο παγκόσμιο φάσμα πολιτισμικών ταυτοτήτων.
Σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση, η επιτυχία στα πλαίσια της διδασκαλίας των φυσικών επιστημών εξαρτάται από την ικανότητα του μαθητή να συνταιριάξει την κουλτούρα της καθημερινής του ζωής με αυτή των φυσικών επιστημών του σχολείου. Όταν η κουλτούρα της επιστήμης (του σχολείου) γενικά βρίσκεται σε αρμονία με την κουλτούρα του καθημερινού κόσμου του μαθητή, τότε η διδασκαλία των φυσικών επιστημών στηρίζει την άποψη του μαθητή για τον κόσμο. Σ' αυτή την περίπτωση μιλάμε για μια διαδικασία επιπολιτισμού. Η διαδικασία επιπολιτισμού χαρακτηρίζεται από μια ομαλή μετάβαση από την κουλτούρα της καθημερινής ζωής προς την επιστήμη του σχολείου (διάβαση των συνόρων).
Υποστηρίχθηκε ότι η κοινωνική δόμηση της επιστημονικής γνώσης απαιτεί «ερμηνευτική ελαστικότητα-ευλυγισία», μια προσέγγιση πολλαπλών κόσμων ώστε να κατανοηθεί η ύπαρξη πολλαπλών απόψεων ανάμεσα στην επιστημονική κοινότητα. Η ερμηνευτική ευλυγισία επιτρέπει στους μαθητές την ομαλή συνύπαρξη/μετάβαση από το καθημερινό τους πλαίσιο διαλόγου σ’ αυτό της κανονιστικής επιστήμης.
Κωνσταντίνος Δ. Σκορδούλης
Η διάδοση των Προγραμμάτων (Science, Technology and Society - STS), είναι αποτέλεσμα της επίδρασης των απόψεων της Κοινωνιολογίας της Επιστημονικής Γνώσης στο χώρο της Εκπαίδευσης. Η Ιστορία της Επιστήμης που αναδεικνύεται από αυτά τα προγράμματα είναι μια κοινωνική ιστορία της επιστήμης.
Θα κάνουμε μια σύντομη αναφορά για το τι εννοούμε με την διατύπωση: «Η Επιστήμη ως Κουλτούρα» η οποία συνδυάζει την ιστορική προσέγγιση με την προσέγγιση του κοινωνικο-πολιτισμικού πλαισίου. Η θεώρηση αυτή στηρίζεται στις εξής θέσεις:
1. η επιστήμη συγκροτείται σε συγκεκριμένα ιστορικά, κοινωνικά και πολιτισμικά πλαίσια (science in context)
2. η επιστήμη συγκροτείται ιστορικά ως πολιτισμικός χώρος με συγκεκριμένες πρακτικές (εργαστήρια, συνέδρια), γλωσσικές παραδόσεις (γλώσσα της φυσικής), εγκαθιδρύοντας συγκεκριμένες ταυτότητες (ο φυσικός επιστήμονας, ο δάσκαλος της φυσικής) και κοινότητες (επιστημονικές ενώσεις και αντίστοιχα περιοδικά)
3. η διδασκαλία των φυσικών επιστημών είναι μια διαδικασία επιπολιτισμού (enculturation) κατά την οποία ο εκπαιδευόμενος καλείται να διασχίσει τα πολιτισμικά όρια (cultural borders) μεταξύ της καθημερινής του εμπειρίας και της σχολικής επιστήμης.
Βασικό αναλυτικό εργαλείο για τη συγκεκριμένη προσέγγιση αποτελεί η έννοια της κουλτούρας – culture.
Η θεώρηση της σχολικής επιστήμης και της διδασκαλίας της ως κουλτούρας βασίζεται:
• Στη φύση της διδασκαλίας των φυσικών επιστημών ως κοινωνικού θεσμού και στη σχέση της με άλλους θεσμούς που δρούν ως Ιδεολογικοί Μηχανισμοί
• Στις ιδιαίτερες πρακτικές, πεποιθήσεις και αξίες που συνιστούν το πολιτισμικό πλαίσιο της διδασκαλίας των φυσικών επιστημών και στην ιστορική μεταβολή αυτού του πολιτισμικού πλαισίου σε σχέση με τις γενικότερες κοινωνικές αναδιαρθρώσεις.
• Στις γενικότερες επιπτώσεις που έχει η εξειδικευμένη γλώσσα της διδασκαλίας των φυσικών επιστημών και οι μορφές γραφής της και του πλαισίου διαλόγου της τόσο απέναντι στους μαθητές όσο και απέναντι σε άλλες επιστημονικές κοινότητες.
• Στο πως η διδασκαλία των φυσικών επιστημών, με τις μεθόδους της και τα αντικείμενα μελέτης της έχει διαμορφωθεί ιστορικά από την υπερεκπροσώπηση στις τάξεις της συγκεκριμένων κοινωνικών κατηγοριών.
• Στα αναφαινόμενα ζητήματα συμβατότητας με ένα διαρκώς διευρυνόμενο παγκόσμιο φάσμα πολιτισμικών ταυτοτήτων.
Σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση, η επιτυχία στα πλαίσια της διδασκαλίας των φυσικών επιστημών εξαρτάται από την ικανότητα του μαθητή να συνταιριάξει την κουλτούρα της καθημερινής του ζωής με αυτή των φυσικών επιστημών του σχολείου. Όταν η κουλτούρα της επιστήμης (του σχολείου) γενικά βρίσκεται σε αρμονία με την κουλτούρα του καθημερινού κόσμου του μαθητή, τότε η διδασκαλία των φυσικών επιστημών στηρίζει την άποψη του μαθητή για τον κόσμο. Σ' αυτή την περίπτωση μιλάμε για μια διαδικασία επιπολιτισμού. Η διαδικασία επιπολιτισμού χαρακτηρίζεται από μια ομαλή μετάβαση από την κουλτούρα της καθημερινής ζωής προς την επιστήμη του σχολείου (διάβαση των συνόρων).
Υποστηρίχθηκε ότι η κοινωνική δόμηση της επιστημονικής γνώσης απαιτεί «ερμηνευτική ελαστικότητα-ευλυγισία», μια προσέγγιση πολλαπλών κόσμων ώστε να κατανοηθεί η ύπαρξη πολλαπλών απόψεων ανάμεσα στην επιστημονική κοινότητα. Η ερμηνευτική ευλυγισία επιτρέπει στους μαθητές την ομαλή συνύπαρξη/μετάβαση από το καθημερινό τους πλαίσιο διαλόγου σ’ αυτό της κανονιστικής επιστήμης.
Κωνσταντίνος Δ. Σκορδούλης
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου